Τρίτη

ΤΕΤΡΑΔΙΑ 2

ΕΔΩ ΤΟ ΠΡΩΤΟ http://zentikes.blogspot.com/2008/04/blog-post.html




Ψιχαλιζε
Μια ψιχαλα απο το πουθενα ,
Έστριψε λίγο το κεφάλι προς τα πάνω αλλά είδε απλά ένα καθάριο ουρανό
Κι όμως ψιχάλιζε
Ανατρίχιασε και κούμπωσε το άσπρο νυχτικό της έως το τελευταίο κουμπί
Το ήξερε ότι κάτι υπήρχε εδώ έξω
Το φοβόταν, αλλά ταυτόχρονα κάτι την έκανε να βγαίνει εδώ κάθε βράδυ
Χρώματα;;
Ναι χρώματα, αυτά που έβλεπε στα όνειρα της κάτι σαν ταπετσαρίες αλλά με μυρουδιά με αφή ,ήταν σκαλιστά πολύχρωμα ,να έτσι αν άπλωνε τα δάκτυλα της λες και τα άγγιζε
Ζεστά
Άφησε στο πάτωμα της βεράντας το τασάκι και το μπολ που κράταγε .Γεμάτο κουκούτσια , έβγαλε απ τον κόρφο της ένα πακέτο τσαλακωμένο, με τσιγάρα και έβγαλε ένα .
Δεν κάπνιζε
Απλά από τότε που ήρθε εδώ της αρεσε,στην βεράντα και μόνον εδώ .
Ενα περιπολο ακουστηκε να έρχεται από μακριά. Συντεταγμένο βήμα .
Πλησίαζε
Έκανε Ενα βήμα προς τα πίσω μην την δουν
Ένας νεαρός στρατιώτης σήκωσε το βλέμμα στο νυχτικό, που για μια στιγμή ανέμισε μα γύρισε το κεφάλι μπροστά μετά από τον δυνατό βήχα του διμοιρίτη.
Έβαλε το τσιγάρο στο στόμα


Μια σπίθα
Ενα φως .Αχνά δυο σκιές σχημάτισαν ενα πρόσωπο ,δυο χείλια κόκκινα.
Μια βαθεια εισπνοη
Ενα φύσημα
Σήκωσε με δύναμη τα δυο του χέρια και ξανακόλησε το πρόσωπο στο κάγκελα ,είχε σηκώσει ελαφρά την μύτη και έπιανε αυτό που ερχόταν
Άρωμα γιασεμί απ το νυχτικό π ανέμιζε ,μέντα από οδοντόκρεμα ίσως και καπνός, ναι βαρύς καπνός
Ρούφαγε με δύναμη και αυτός, ερχόταν, πέρναγε απ τον οισοφάγο στα πνευμονία και μετά εγκαταθιστόταν στο στομάχι ,σαν πόνος κάτι εκεί χαμηλά, κάτι απροσδιόριστο κάτι, σαν έρωτας, ναι σαν έρωτας
Όπως τότε που ήταν παιδί και πέρναγε απ το σπίτι της Μαρούλας και δεν μπορούσε να της μιλήσει γιατί πόναγε
Τι γλυκός πόνος
Είδε μια σπίθα να πετάγεται, να κάνει ένα μακρύ κύκλο και να προσγειώνεται κάπου αριστερά του ,άκουσε ενα αμυδρό θόρυβο σαν κλείνει μια πόρτα και άφησε τα χέρια απ τα κάγκελα.
Για λίγο τα μάτια του πλανήθηκαν στο παράθυρο ,μια άλλη μυρουδιά ήρθε στα ρουθούνια του
Ψιχάλισε;;
Πλησίασε στο αχυρένιο στρώμα κάθισε , έβγαλε το ένα πόδι απ την σαγιονάρα απαλά, ναι απαλά όπως βγαίνεις από μέσα της, μετά τον Ερωτά καθώς έχει ξαποστάσει δίπλα σου ,έβγαλε και την άλλη
Ξάπλωσε έκλεισε τα μάτια . Βρέθηκε μέσα του.
Περπάτησε λιγάκι μέσα στο μετωπιαίο λοβό μέχρι να φτάσει στην Μνήμη.
Είδε τα τετράδια ανάκατα μερικά πεσμένα κάτω
Το ήξερε άγγιζε τα ντύματα, τα χάιδευε ,ο πόνος στο στομάχι ξαναήρθε
Να μπορούσε να τα διάβαζε……………..

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Μια μετέωρη νότα να κρέμεται στο αφρό του νερού όταν κτυπάει στα βράχια Κρέμεται για λίγο στα υγρά χορτάρια   και ύστερα ξανά με το σύ...