Κυριακή

Καιρός ήταν



Καιρός ήταν
¨¨¨¨¨¨¨¨¨¨¨¨¨¨¨¨¨¨¨¨¨¨¨¨¨
Πέθανα.
Πέθανα από το κρύο.
Καιρός ήταν
Κουράστηκα .Κουραστηκα. Ήταν δικια μου επιλογή αλλά κουράστηκα πολύ καλύτερα έτσι απλή αναφορά στις εφημερίδες άστεγος νεκρός στο πάρκο παραμονή Χριστουγέννων ΄΄
΄΄ Γιάννη .Μικρές χαρές και μικρές λύπες είναι ζωή, δεν λέμε;;είπα κάποτε σε έναν φίλο
ε λοιπόν έτσι είναι μικρές χαρές και λύπες που μπορείς να τις ζήσεις παντού ακόμη και στην φυλακή .Τις ίδιες φτωχός τις ίδιες πλουσιος. Θα το τραβήξω όσο παίρνει .
Και το τράβηξα .Κέρδισα μια φορά έχασα δυο ξανακέρδισα μια δίκη και μετά έχασα τα πάντα. Χωρίς δουλειά χωρίς λεφτά δεν μπορούσα να προσφέρω τίποτα άλλο από προβλήματα και γρίνια.
Έφυγα.
Έτσι ξαφνικά εξαφανίστηκα .Δεν σκέφτηκα παιδιά και γυναίκα .Έτσι απλά έφυγα.
Τρία χρόνια πέρασαν για να δω τα παιδιά μου. Τυχαία είδα την γυναίκα μου στον δρόμο και την ακολούθησα .Έμενε μόνη με τα παιδιά δεν παντρεύτηκε. Τέτοιες μέρες καθόμουν κάπου κοντά στο σπίτι και τα χάζευα καθώς τρέχον και γελούσαν στο δρόμο φορτωμένα ψώνια.
Την τελευταία φορά γύρισε και με κυταξε. Κάτι γνώριμο;; Αδύνατον.
Μια άλλη φορά ξέχασε μια τσάντα στην σκαλα. Δυο κούτες τσιγάρα ένα κονιάκ σοκολάτες .Ξεκίνησα να χτυπήσω το κουδούνι και είδα ένα φάκελο μέσα , φωτογραφίες δικές της και των παιδιων.
Μικρες χαρες και μικρες λυπες..
Πολλές μεγάλες λύπες και μοναδική χαρά όταν τους έβλεπα ,φούσκωνε τα στήθια μου και καθόμουν με τις ώρες να τους σκάφτομε με τα μάτια ανοιχτα μέχρι να ξαλαφρώσω.
Αλλά δεν έχει δεν πρόλαβα άλλο .Πέθανα.


Δυνατό φως μέσα απ τα σφαλισμένα βλέφαρα και μια ζέστη που απλώνετε στο κορμί σιγά σιγα .Διαβασα παλιά διηγήσεις ανθρώπων που πέθαναν και επανήλθαν στην ζωή .Έτσι ακριβώς
Το φως ξεπερνά τα μάτια και μπαίνει στο μυαλο .Φωτιζει το είναι και το ξεπερνά.
ΤΟ φως γίνετε ζεστή και απλώνετε στα μελη, όπως τώρα, και μετά γίνετε φωνές.
Φωνές, φωνές αγγελικές ,παιδικές, ζεστές ανθρώπινες φωνές.
΄΄ Κύριε, κύριε
΄΄μπαμπα΄΄
΄΄Στεφανε αρκετά δεν τιμωρήθηκες;;΄΄
Κι ύστερα κάτι ζεστό πολύ που στάζει στο πρόσωπο μου .Σαν μαγικό φάρμακο .Λύνει τους μυς και τους ξεπαγώνει .Σηκώνομαι. τα μάτια ,καταλαβαίνω ποιοι είναι αλλά δεν μπορώ να τους δω. Κάτι μου θολώνει τα μάτια κάτι που καθώς τρέχει διώχνει την βρώμια από πάνω μου σπρώχνει μακριά τα κουρελιασμένα ρούχα.
Με κάνει άνθρωπο που μπορεί να αγκαλιάσει τα παιδιά του να φιλήσει την γυναίκα του
Κάποιον που μπορεί να δει τα δακρυσμένα μάτια τους.

2 σχόλια:

Λάμπρος Κερεντζής είπε...

ΠΟλύ ωραίο σαν την τρυφερότητα του θανάτου

Ανώνυμος είπε...

Meta omws
Εγώ
Το φώς στο διάδρομο
Όπως και να έχει
Λαμπατέρ
Σταφύλια.

Μια μετέωρη νότα να κρέμεται στο αφρό του νερού όταν κτυπάει στα βράχια Κρέμεται για λίγο στα υγρά χορτάρια   και ύστερα ξανά με το σύ...